Οι ελέφαντες τα χρόνια τα παλιά δεν είχαν προβοσκίδα. Η ζωή τους χωρίς αυτή περνούσε δύσκολα. Γιατί είχανε ψηλά πόδια κι έπρεπε κάθε τόσο να γονατίζουν για να βοσκήσουν και να πιουν νερό. Κι όπως το σώμα τους ήταν πάντοτε χοντρό και βαρύ, δεν ήταν κι εύκολο να ξανασηκωθούν.
Ένας μεγάλος, λοιπόν, συγγραφέας που αγαπούσε το παιδιά πολύ κι έγραψε πολλές ιστορίες, μου διηγήθηκε μια μέρα πως ένα ελεφαντάκι απόχτησε μεγάλη προβοσκίδα.
Ήταν λέει πολύ περίεργο. Ήθελε να μαθαίνει το κάθε τι όπως παραδείγματος χάρη τι τρώει ο κροκόδειλος.
Μα κανείς δεν του ‘λεγε κι αυτό δε σταματούσε να ρωτάει.
-Τι τρώει ο κροκόδειλος, τι τρώει ο κροκόδειλος... το κορόιδευε ο μεγάλος πρασινοκίτρινος παπαγάλος. Ώσπου μια μέρα το ελεφαντάκι, βρήκε έναν κροκόδειλο. Καθόταν ξαπλωμένος στην ακροποταμιά, ανάμεσα στα καλάμια, με την ουρά του να βρέχεται στο δροσερό νερό του ποταμού, και την άσπρη κοιλιά του να τη βλέπει ο ήλιος.
-Κροκόδειλε, τι τρως; τον ρώτησε.
-Αχα, έκανε ο κροκόδειλος. Για να δω ποιος είν’ αυτός που ενδιαφέρεται να μάθει τι τρώω, ρώτησε και γύρισε το κεφάλι του προς το ελεφαντάκι.
-Εγώ, φώναξε το ελεφαντάκι, εγώ θέλω να μάθω τι τρως. Εγώ θέλω να μάθω τι τρως.
Ο κροκόδειλος το κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω. «Νόστιμο θάναι» σκέφτηκε και μετά χαμογελώντας πονηρά είπε:
-Θα σου πω.Φυσικά και θα σου πω. Έλα όμως λίγο πιο κοντά.
Το περίεργο ελεφαντάκι πλησίασε μα σαν έφτασε πολύ κοντά ο κροκόδειλος το άρπαξε με τα μεγάλα δόντια του απ’ τη μύτη.
-Ελεφαντάκι φύγε! του φώναξαν τα άλλα ζώα της ζούγκλας. Φύγε γρήγορα! Αν μείνεις έστω κι ένα λεπτό ο κροκόδειλος θα σε κάνει κομματάκια.
-Δε μπορώ, βοήθεια!! Τσίριξε φοβισμένο το ελεφαντάκι.
Τότε όλα μαζί τα ζώα τρέξαν κι άρχισαν να τραβούν το ελεφαντάκι μέχρι που ελευθερώθηκε από τα δόντια του κροκόδειλου. Η μύτη όμως του μικρού ελέφαντα μάκρυνε πολύ. Έγινε σωστή προβοσκίδα.
-Δεν πρέπει να ‘ σαι τόσο ανήσυχος. Το μάλωσε η μαμά του η ελεφαντίνα. Σήμερα που όλα τα ζώα της ζούγκλάς τρέξαν να σε βοηθήσου, σώθηκες. Άλλη φορά ίσως να μη σταθείς και τόσο τυχερός.
Τα ζώα όλα ένα γύρω συμφωνούσαν. Μα το ελεφαντάκι έπαιζε με την καινούργια μακριά προβοσκίδα του. Μάζευε χόρτα κι έπινε νερό χωρίς να γονατίζει. Ήταν πολύ ευτυχισμένο, τόσο που ξέχασε κι όλας την περιπέτειά του με τον κροκόδειλο.
_Είδες; είδες; Μόνο οι ανήσυχοι μπορούν να βελτιώνουν τη ζωή του, Αν και πολλές φορές αυυτοό είναι αληθινά επικίνδυνο. Μονολογούσε η καμολοπάρδαλη, καιξ θυμνθυ θυμότανε με νοσταλγία πώς απόχτησε μεγάλο λαιμό. Έ... Αυτή την ισορία θα την πούμε μια άλλη φορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου